άσκαυλος

άσκαυλος
Μουσικό ποιμενικό όργανο εφοδιασμένο με ασκό για αποθήκευση αέρα. Ο ά. είναι όργανο πολύ συνηθισμένο στην Ευρώπη και σε μερικές περιοχές της Ασίας και της Αφρικής. Στην τυπική του μορφή εμφανίζεται τον Μεσαίωνα ως όργανο των μενεστρέλων, ενώ παράλληλα χρησιμοποιείται στους χορούς και στις γιορτές των χωρικών. Ακόμα εμφανίζεται και στις αυλές των ευγενών και των βασιλιάδων. Toν 16o αι. διαδίδεται σε μια παραλλαγμένη μορφή, που λέγεται musette ή cabrette. Ο ά. έχει μια δική του μουσική φιλολογία, κυρίως χάρη στις συνθέσεις δύο ιδιότυπων οικογενειών Γάλλων μουσικών, που έζησαν μεταξύ 17ου και 18ου αι., των Οτετέρ (Hotteterre) και των Σεντβίλ (Chedeville). Πολύ συγγενική με τον ά. είναι η τσαμπούνα, που ανάμεσα στις χώρες που χρησιμοποιείται είναι και η Ελλάδα. Ενώ στον ά. το φύσημα γίνεται έμμεσα, με ένα φυσητήρι που ο εκτελεστής πιέζει με τον βραχίονα, στην τσαμπούνα το φύσημα γίνεται άμεσα από τον ίδιο τον εκτελεστή. Άσκαυλος γαλλικού τύπου, της εποχής του Λουδοβίκου ΙΣΤ’. "Ασκητές στην έρημο", τμήμα τοιχογραφίας από τη μονή του Αγίου Νικολάου Αναπαυσά των Μετεώρων, έργο του Κρητικού ζωγράφου Θεοφάνους Στρελίτζα που χρονολογείται από το 1527 (Ημερολόγιο Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδας, 1968). Ο άγιος Αντώνιος, που αποσύρθηκε τον 3ο αι. στην έρημο της Θηβαϊδας, θεωρείται ιδρυτής του ασκητισμού. Στη φωτογραφία, η "Θηβαϊς", πίνακας που αποδίδεται στον Γκεράρντο Σταρνίνα (Πινακοθήκη Ουφίτσι, Φλωρεντία φωτ. Igda).
* * *
ο και ασκαύλι, το
η τσαμπούνα, η γκάιντα, η πίπιζα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ασκός + αυλός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • άσκαυλος — ο ποιμενικό πνευστό όργανο, η γκάιντα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Askaules — (Greek: ἄσκαυλος from ἀσκός bag and αὐλός pipe ), probably the Greek word for bag piper, although there is no documentary authority for its use.Neither * ἄσκαυλης nor ἄσκαυλος (which would naturally mean the bag pipe) has been found in Greek… …   Wikipedia

  • ασκομαντούρα — Πνευστό όργανο, γνωστό απότην αρχαιότητα και εξαιρετικά δημοφιλές στην Ευρώπη κατά τον Μεσαίωνα. Σήμερα το συναντούμε με ποικίλα ονόματα και σχήματα σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Λέγεται και ασκοτσάμπουνο, τσαμπούνα και γκάιντα. Αποτελείται από… …   Dictionary of Greek

  • Cornemuse —  Pour l’article homonyme, voir Cornemuse (série télévisée).  Sommaire 1 Histoire 2 Facture 2.1 …   Wikipédia en Français

  • Cornemuses — Cornemuse  Pour l’article homonyme, voir Cornemuse (série télévisée).  Sommaire 1 Facture 1.1 Tuyaux et réservoir …   Wikipédia en Français

  • Cornemuseur — Cornemuse  Pour l’article homonyme, voir Cornemuse (série télévisée).  Sommaire 1 Facture 1.1 Tuyaux et réservoir …   Wikipédia en Français

  • ασκοτσαμπούνα — η και ασκοτσάμπουνο, το η ασκομαντούρα, ο άσκαυλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ασκί + τσαμπούνα η, «είδος αυλού»] …   Dictionary of Greek

  • κορναμούζα — η ο άσκαυλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. cornamusa] …   Dictionary of Greek

  • τσαμπούνα — η, Ν 1. άσκαυλος, γκάιντα 2. κοινή ονομασία ειδών τών φυτών κοτυληδών και κώνειο. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. < ιταλ. zampogna < λατ. symphonia < συμφωνία] …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Αρχαίων, Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Οργάνων (Θεσσαλονίκης) — Το Μουσείο Αρχαίων, Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Οργάνων ιδρύθηκε το 1997 για να φιλοξενήσει 200 και πλέον όργανα και αντίγραφα οργάνων στο ιδιόκτητο αναπαλαιωμένο κτίριο της τράπεζας Πειραιώς που βρίσκεται στην οδό Κατούνη 12 14 (περιοχή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”